- λεπιδόπτερα
- (lepidoptera). Μεγάλη τάξη oλομετάβολων εντόμων, δηλαδή εντόμων με πλήρη μεταμόρφωση, τα οποία φέρουν την κοινή ονομασία ψυχές ή πεταλούδες όταν βρίσκονται στο στάδιο του ώριμου ή ακμαίου ατόμου. Το στάδιο της προνύμφης ονομάζεται κάμπη και το στάδιο της νύμφης χρυσαλλίδα. Εκτός της ολομετάβολης ανάπτυξης, ιδιαίτερα μορφολογικά χαρακτηριστικά των ώριμων λ. είναι τα στοματικά όργανα, τα οποία έχουν μορφή προβοσκίδας για να απομυζούν το νέκταρ των λουλουδιών, και η παρουσία τεσσάρων πτερύγων που καλύπτονται από λεπιοειδείς επιδερμικούς σχηματισμούς, τις λεπίδες ή λέπια (βλ. λ.), οι οποίοι προήλθαν από μετατροπή των τριχών και παίζουν ρόλο αισθητήριου οργάνου. Τα αβγά των λ. έχουν λευκό, πράσινο ή κίτρινο χρώμα, το οποίο αλλάζει καθώς αναπτύσσεται η προνύμφη, και εναποτίθενται μεμονωμένα ή σε ομάδες, συχνά χαρακτηριστικές. Οι προνύμφες, εκτός από τρία ζευγάρια θωρακικών ποδιών τα οποία διατηρούνται και στην ώριμη ηλικία, φέρουν και σαρκώδη πόδια (παραπόδια) στην κοιλιά, τα οποία αριθμούν κατά κανόνα πέντε ζεύγη. Το κεφάλι είναι χωρίς οφθαλμίδια ή έχει το πολύ μέχρι έξι και φέρει κοντές κεραίες κωνικού σχήματος και στοματικά όργανα μασητικού τύπου. Το κάτω χείλος είναι εφοδιασμένο με μεταξογόνο θηλή, η οποία εκκρίνει μετάξι για τον σχηματισμό του κουκουλιού όπου θα γίνει η μεταμόρφωση. Οι προνύμφες είναι κυρίως φυτοφάγες και ορισμένες ζουν μόνες, ενώ κάποιες άλλες σε σμήνη. Κατά το μεγαλύτερο μέρος τρέφονται με φύλλα, μερικές όμως σκάβουν στοές στο ξύλο και πολλές τρέφονται με καρπούς, σπόρους και ζωικές τρίχες. Οι κάμπιες των λυκαινιδών ζουν σε συμβίωση με τα μυρμήγκια, ενώ οι κάμπιες μερικών νυκτιιδών είναι σαρκοφάγες και είναι ωφέλιμες γιατί παρασιτούν σε επιβλαβείς κοχενίλες.
Τα λ. περιλαμβάνουν τουλάχιστον 120.000 είδη, συγκροτημένα σε περίπου 90 οικογένειες, και είναι διαδεδομένα κατά διάφορους τρόπους σε όλες τις ηπείρους. Τα περισσότερα ώριμα άτομα είναι χρήσιμα γιατί διευκολύνουν τη γονιμοποίηση των λουλουδιών. Αντίθετα, οι προνύμφες (εκτός από εκείνες που παράγουν το μετάξι και μερικές οι οποίες παρασιτούν σε βλαβερά έντομα) είναι συχνά επιβλαβείς. Τα αρχαιότερα γνωστά απολιθωμένα είδη χρονολογούνται από την ιουρασική περίοδο, οπότε εμφανίστηκαν τα φυτά με άνθη.
Ο Κάρολος Λινναίος είχε διαιρέσει (1758) όλα τα λ. στα τρία γένη Papilio, Sphinx και Phalaena. Ο Πιερ Αντρέ Λατρέιγ (1762-1833) ανήγαγε τα γένη αυτά σε οικογένειες (ημερόβια, εσπερόβια και νυχτόβια, ανάλογα με τις επικρατούσες συνήθειές τους), οι οποίες όμως παρουσιάζουν πολυάριθμες εξαιρέσεις. Ο Ζαν-Μπατίστ Μπουαντιβάλ (1801-1879) διαίρεσε όλα τα λ. σε δύο υποτάξεις, στα ροπαλόκερα (που αντιστοιχούν κατά μεγάλο μέρος στα ημερόβια και χαρακτηρίζονται από τις κεραίες τους, οι οποίες έχουν ροπαλοειδή απόληξη) και στα ετερόκερα (που αντιστοιχούν στην πλειονότητα των εσπεροβίων και των νυχτοβίων, με κεραίες διάφορων σχημάτων αλλά όχι ροπαλοειδείς). Την ταξινόμηση αυτή, η οποία εξακολουθεί να είναι σε χρήση σήμερα, ακολουθεί εκείνη που διακρίνει τα λ. σε ομόνευρα (όμοιες νευρώσεις στα δύο ζευγάρια πτερύγων) και σε ετερόνευρα (με περισσότερες νευρώσεις στις πρόσθιες πτέρυγες απ’ ό,τι σε εκείνες των οπισθίων). Μία εμπειρική υποδιαίρεση η οποία χρησιμοποιείται πολύ στην πράξη είναι σε μικρολεπιδόπτερα και μακρολεπιδόπτερα, με βάση τις διαστάσεις των ακμαίων λ.
Στην υπόταξη των ομονεύρων, που είναι η πιο φτωχή και η πιο πρωτόγονη, ανήκει η οικογένεια των μικροσκοπικών μικροπτερυγιδών, με στοματικά όργανα μασητικού τύπου αντί προβοσκίδας, και η οικογένεια των ηπιαλιδών, η οποία περιλαμβάνει πεταλούδες μερικές φορές γιγαντιαίων διαστάσεων, με βραχύτατες κεραίες, περιορισμένα στοματικά όργανα και χωρίς oφθαλμίδια.
Πολύ μεγαλύτερη είναι η υπόταξη των ετερονεύρων, η οποία διαιρείται σε μονότριχα και δίτριχα, με βάση τους χαρακτήρες των οργάνων αναπαραγωγής. Μονότριχα είναι όλα τα μικρολεπιδόπτερα και περιλαμβάνουν τις οικογένειες των νεπτικουλιδών, των τισκεριδών και των ινκουρβαριδών, στις οποίες ανήκουν τα πιο μικρά είδη πεταλούδων, μερικές από τις οποίες έχουν άνοιγμα πτερύγων μόνο 2 χιλιοστά. Στα δίτριχα ανήκουν όλα τα άλλα λ. Ανάμεσα σε εκείνα των μικρών διαστάσεων, μερικές πολύ μεγάλες οικογένειες περιλαμβάνουν πολλά είδη επιβλαβή στα φυτά, στα εναποθηκευμένα γεωργικά προϊόντα, στα έπιπλα κ.ά. Οι σπουδαιότερες οικογένειες είναι: οι τινεΐδες (γνωστοί με την ονομασία σκώροι) των οποίων οι προνύμφες είναι εκείνες που καταστρέφουν υφάσματα, χαλιά και γουναρικά· οι τορτρικίδες, οικογένεια που περιλαμβάνει πάνω από 4.000 είδη, πολλά από τα οποία έχουν προνύμφες που καταστρέφουν φύλλα, άνθη και καρπούς των περιβολιών και των δασών· οι πυραλίδες, εξαιρετικά μεγάλη οικογένεια η οποία περιλαμβάνει είδη με αρκετά επιβλαβείς προνύμφες (για το καλαμπόκι, τα άλευρα κ.ά.).
Στην κατηγορία των ετεροκέρων ανήκουν πολλές και μεγάλες οικογένειες. Οι κοσίδες περιλαμβάνουν γιγαντιαία εξωτικά είδη, των οποίων το άνοιγμα των πτερύγων μπορεί να φτάσει τα 250 χιλιοστά. Δύο ευρωπαϊκά είδη πολύ γνωστά είναι ο Cossus cossus και η Zeuzera pyrina, των οποίων οι προνύμφες σκάβουν στοές στους κορμούς των δέντρων. Ενδιαφέροντες είναι οι σεσιίδες ή αιγεριίδες, των οποίων οι πεταλούδες, με διαφανείς πτέρυγες, έχουν σώμα με κίτρινες και μαύρες λωρίδες και μοιάζουν με σφήκες, μέλισσες και βομβυλιούς (παραδείγματα μιμητισμού του Μπέιτς). Μία άλλη ιδιότυπη οικογένεια είναι των ψυχιδών, με παρθενογενετικά θηλυκά (σπανιότατη περίπτωση μεταξύ των λ.), άπτερα, σκωληκόμορφα και συνεστραμμένα, συχνά χωρίς μάτια, κεραίες και πόδια. Οι γεωμετρίδες, που ονομάζονται έτσι από τον ιδιότυπο τρόπο με τον οποίο μετακινούνται οι προνύμφες τους (σαν να μετράνε το έδαφος), έχουν πεταλούδες με μιμητικές αποχρώσεις και σχέδια. Οι νυκτιίδες αποτελούν την πιο πολυάριθμη και διαδεδομένη οικογένεια όλης της τάξης. Κατά τη διάρκεια της ανάπαυσης κρατούν τις πρόσθιες πτέρυγές τους, που είναι εφοδιασμένες με μιμητικά χρώματα και σχέδια, σαν είδος στέγης πάνω στις οπίσθιες, που, αντίθετα, σε μερικά είδη έχουν ζωηρά χρώματα. Το άνοιγμα των πτερύγων είναι εξαιρετικά μεταβλητό, από 1-2 εκ. στα ευρω
παϊκά είδη, έως 27 εκ. το μέγιστο στη Thysania agrippina της Νότιας Αμερικής. (Για τους βομβυκίδες, οικογένεια στην οποία ανήκει ο μεταξοσκώληκας, βλ. λ. βόμβυκας.) Η οικογένεια των ατακιδών ή σατουρνιδών περιλαμβάνει είδη αξιοσημείωτα για την ομορφιά και τις διαστάσεις τους, ανάμεσα στα οποία περιλαμβάνεται η σατουρνία της αχλαδιάς, η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή πεταλούδα με άνοιγμα πτερύγων από 140 έως 160 χιλιοστά.
Οι σφιγγίδες είναι εσπερόβια ή νυκτόβια λ. μέτριων και μεγάλων διαστάσεων, με κεραίες που απολήγουν σε αιχμή ή είναι λυγισμένες σαν γάντζοι, ατρακτοειδές σώμα σκεπασμένο με τρίχες και στενές πρόσθιες πτέρυγες, που είναι πολύ πιο μακριές από τις οπίσθιες. Σε αυτούς ανήκει και η λεγόμενη σφίγγα η νεκροκεφαλή.
Στα ροπαλόκερα ανήκουν 15.000 είδη, συγκροτημένα σε έξι οικογένειες, από τα οποία αναφέρονται εδώ τα σπουδαιότερα. Οι εσπερίδες, λ. μέτριων ή μικρών διαστάσεων, έχουν κεραίες σαν γάντζους και μετακινούνται με άλματα. Οι λυκαινίδες, και αυτοί όχι μεγαλόσωμοι, περιλαμβάνουν πολλά είδη των οποίων οι πτέρυγες έχουν γενικά γαλάζιο χρώμα στα αρσενικά και καστανό στα θηλυκά. Οι παπιλιονίδες έχουν μέτριες και μεγάλες διαστάσεις. Σε αυτούς ανήκουν τα ωραία ευρωπαϊκά είδη με κερκοφόρους πτέρυγες Papilio machaon και Papilio podalirius και εντυπωσιακά τροπικά είδη, μεταξύ των οποίων το Papilio antimachus της Αφρικής, η μεγαλύτερη ημερόβια πεταλούδα. Οι πιερίδες, που περιλαμβάνουν την πιερίδα του λαχάνου, είναι όμοιοι με τους παπιλιονίδες, όσον αφορά τις ζωνοφόρες χρυσαλλίδες, αλλά έχουν πτέρυγες με λιγότερο εντυπωσιακή εμφάνιση. Έχουν μέτριες διαστάσεις και είναι μερικές φορές μεταναστευτικοί. Οι κάμπιες τους ζουν κατά σμήνη και είναι συχνά επιβλαβείς. Οι νυμφαλίδες αποτελούν μια μεγάλη και πολυσύνθετη οικογένεια η οποία περιλαμβάνει και είδη μεγάλων διαστάσεων εξαιρετικά διαδεδομένων. Μερικά από αυτά δεν έχουν αξιόλογα χρώματα, ενώ άλλα είναι έντονα πολύχρωμα, όπως το γένος Vanessa, και μερικές φορές παρουσιάζουν γενετήσιο ή εποχικό διμορφισμό. Μεταξύ των ειδών των μακρολεπιδοπτέρων που υπάρχουν στην Ευρώπη, αναφέρονται οι ωραιότατοι ουρανίδες, με λαμπρά πράσινα φτερά με μαύρες λωρίδες, οι μεγάλοι μορφίδες της Βραζιλίας με γαλάζια φτερά, και οι δαναΐδες.
Το είδος Morpho anaxibia, της τάξης των λεπιδόπτερων.
Το είδος Celerio lineata livornica.
Το είδος Vanessa io, της τάξης των λεπιδόπτερων.
Το είδος Thysania agrippina.
Tα λεπιδόπτερα στο στάδιο των ώριμων ατόμων ονομάζονται πεταλούδες και αριθμούν περίπου 120.000 είδη. Στη φωτογραφία, το είδος Urania chrysitis.
Το είδος Ancylurus lyropteryx.
Μορφολογικά στοιχεία λεπιδοπτέρων: Α) μετωπική όψη της κεφαλής με τα σχετικά όργανα· Β) τμήμα πτέρυγας σε μεγέθυνση με κεραμιδοειδή λέπυρα και ένα μεμονωμένο λέπυρο· Γ) νευρώσεις των πτερύγων ενός παπιλιονίδη και κύτταρα που περιλαμβάνονται σε αυτές· Δ) πτερυγικές τραχείες ενός παπιλιονίδη· Ε) τύπος σύνδεσης μεταξύ εμπρόσθιων και οπίσθιων πτερύγων· Ζ) πτέρυγα ενός ορνεώδους χωρισμένη σε κροσσωτά τμήματα· Η) σχέδια και χρωματισμοί σε μερικούς παπιλιονίδες.
* * *ταζωολ. τάξη εντόμων, η δεύτερη σε αριθμό ειδών μετά τα κολεόπτερα, στην οποία ανήκουν οι «ψυχές», δηλ. οι πεταλούδες.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. lepidoptere < lepido- (< λεπίς, -ίδος) + ptere (< πτερόν). Η λ. μαρτυρείται από το 1873 στον Αιμίλιο Νοννότη].
Dictionary of Greek. 2013.